• Σελίδες

  • Φρέσκα κείμενα

  • Το μακρύ και το κοντό μας…

    Maria Georgiou στη 3 σύντομες σκέψεις περί ε…
    mpampakis στη It’s a wrap
    Stavrula στη It’s a wrap
    mpampakis στη Εμβόλια και άνοια
    silia στη Εμβόλια και άνοια
    mpampakis στη 49
    mpampakis στη 49
    mpampakis στη 49
    Snowball στη 49
    kaltsovrako στη 49
  • a

  • Οκτώβριος 2008
    Δ Τ Τ Π Π Σ Κ
     12345
    6789101112
    13141516171819
    20212223242526
    2728293031  
  • Στις ντουλάπες του αρχείου

  • Μεταστοιχεία

Ο φυσιοδίφης

Υπό κανονικές συνθήκες, έπρεπε και αυτή εδώ, η τελευταία μου αναφορά, να συνταχθεί δομημένα και επαγγελματικά, όπως οι προηγούμενες, όπως όλες αυτές οι  επαναλαμβανόμενες, ψυχοφθόρες αναφορές, οι οποίες τελείωναν με τις ίδιες φράσεις, με την ίδια έλλειψη συμπερασμάτων, με τα ίδια αδιέξοδα. Μεθοδολογικά και επιστημονικά άψογη, πιστή στην επιστημονική μέθοδο, πιστή στα σύγχρονα θεμέλια της επιστήμης μας όπως τα έθεσε ο μεγάλος Κάρολος Δαρβίνος, αλλά κενή και άδεια από αποτελέσματα. Η επαρκώς χρηματοδοτημένη έρευνά μου, φαινόταν καταδικασμένη, μέχρι πριν λίγες ώρες. Ακόμα και τώρα που έχω την απάντηση δυσκολεύομαι να διατυπώσω χρήσιμα συμπεράσματα από αυτήν, εκτός από το προφανές: είναι πολύ απλό να χάσεις τον χρόνο σου αν δεν διαπιστώσεις ότι είσαι μέρος του προβλήματος που προσπαθείς να λύσεις. Τώρα που γύρισα στην σκηνή μου για να συντάξω αυτή την αναφορά, τώρα που ακόμα οι φίλοι μου ιθαγενείς χορεύουν και κουβεντιάζουν γύρω από την φωτιά, τώρα που καταλαβαίνω τι έψαχνα τόσον καιρό εδώ πέρα και γιατί δεν το βρήκα από την πρώτη ημέρα.

Η ημέρα κύλησε όπως και όλες οι προηγούμενες. Το δειλινό, καθώς το φως του αφρικάνικου ήλιου έσβηνε κι ο ορίζοντας της σαβάνας έπαιρνε τα χρώματα εξωτικών μπαχαρικών (συγχωρήστε μου την απόπειρα ποιητικού λόγου στα πλαίσια μιας επιστημονικής αναφοράς), στα τοιχώματα του μυαλού μου έσκαγαν αναπάντητα ερωτήματα. Σέρναμε τα πόδια μας, κουρασμένοι, απογοητευμένοι από άλλη μια ημέρα απραξίας. Η μελέτη μου δεν έδειχνε να εντοπίζει τίποτα που να δικαιολογούσε τα έξοδα της αποστολής μου σε αυτό το απόμακρο μέρος του κόσμου, σε αυτή την λίμνη που πολύ σπάνια είχε δει ανθρώπους της λευκής φυλής. Κι εγώ, καιρό τώρα νοσταλγός του σπιτιού μου, σε έναν τόπο με πολύ λίγα πράγματα να μου θυμίζουν την ζωή μου, ετοιμαζόμουν να γράψω πλέον την τελική μου αναφορά, μια αναφορά αποτυχίας.

Δίπλα μου περπατούσε σιωπηλός ο οδηγός μου, ο Ον-μαγιέ. Είναι ένας καλοσχηματισμένος νεαρός άνδρας της τοπικής φυλής, σοβαρός και αρκετά σίγουρος για τον εαυτό του για να μην τρέμει τις επαφές με τους λευκούς. Επιπλέον, είναι από τους λίγους που μιλά κάποιες λέξεις στην γλώσσα μου, έστω και σπαστά. Και από τους ακόμα λιγότερους που μπορεί να αποδεχτεί ότι θεωρώ πολύ σημαντικό να τσαλαβουτάω αδέξια στις λάσπες και να συλλέγω δείγματα, ακόμα και χωρίς να καταλαβαίνει γιατί. Η ειδικότητά μου ως βιολόγου έχει να κάνει με τις ιδιαιτερότητες τοπικών πανίδων και μια τέτοια ιδιαιτερότητα μας οδήγησε στην λίμνη, σε απόσταση περίπου 3 μιλίων από το χωριό του Ον-μαγιέ. Όπως ήδη γνωρίζετε, σκοπός μου ήταν να μελετήσω ένα επιστημονικό μυστήριο που αφορά τον τοπικό κλάδο κυπρίνου: όλοι οι κυπρίνοι της πελώριας λίμνης είναι μονόφθαλμοι. Και μάλιστα όλοι γεννιόντουσαν έτσι, από την ημέρα που έβγαιναν από τα αυγά των μανάδων τους.

Θα μπορούσα να σας περιγράψω πολλά για τον κυπρίνο, την φυσιολογία του και τις συνήθειές του. Για την κατανομή του πληθυσμού του στον κόσμο και τις διαφορές που παρουσιάζουν τα είδη από περιοχή σε περιοχή καθώς και την ιστορία του, παράλληλα με την ιστορία της ανθρωπότητας. Ακόμα και συνταγές για κυπρίνο θα μπορούσα να σας πω. Δεν μπορώ όμως, ούτε εγώ ούτε και κανένας συνάδελφός μου, να πούμε γιατί εδώ, ειδικά εδώ, σε αυτή την λίμνη, όλοι οι κυπρίνοι είναι μονόφθαλμοι. Και ειλικρινά, μετά από σχεδόν τέσσερις μήνες καθημερινών επισκέψεων στη λίμνη, είχα αρχίσει κι εγώ να απελπίζομαι με το αντικείμενο της έρευνάς μου.

Είχα σταλεί να βρω ιδιαιτερότητες στην σύνθεση του νερού της λίμνης ή στην χλωρίδα της ή στο έδαφος που είχε σχηματιστεί, ακόμα και στο μικροκλίμα. Κάτι, οτιδήποτε, που να δικαιολογεί τα μονόφθαλμα ψάρια. Μάταια όμως. Κάθε πρωί ο Ον-μαγιέ περίμενε υπομονετικά στο κατώφλι του δωματίου μου να τελειώσω το φόρτωμα του κιβωτίου του πικ-νικ προσεκτικά με άδεια, γυάλινα δοχεία που είχα προετοιμάσει από την προηγούμενη, απόχες, τσιμπίδες, λαβίδες, έναν φορητό ζυγό, ένα μικρό φαρμακείο και φυσικά το σημειωματάριό μου. Φορούσα τις ψηλές μπότες και το καπέλο μου και περνούσαμε την μέρα μας στις όχθες της λίμνης. Κι όσο ο Ον-μαγιέ με περίμενε υπομονετικά, εγώ έκανα βουτιές στην λάσπη και μάζευα άχρηστα δείγματα. Στον πρωινό πηγαιμό είχαμε περισσότερη όρεξη, του μάθαινα φράσεις στην γλώσσα μου, στον γυρισμό όμως ήμασταν απογοητευμένοι και οι δύο. Επιστρέφαμε πάντοτε χωρίς κάτι καινούργιο, και ενώ εγώ αποσυρόμουνα απογοητευμένος στο κρεβάτι μου, ο Ον-μαγιέ καθόταν με τους άλλους ντόπιους γύρω από την φωτιά και συζητούσαν ή τραγουδάγανε.

Ένα είδος μοναδικό και ιδιαίτερο, χωρίς καμία επιστημονική εξήγηση. Ένιωθα τέτοια απογοήτευση! Η αδιέξοδη ρουτίνα με είχε καταβάλει και κάθε βράδυ κλεινόμουνα στην απομόνωση της σκηνής μου. Σήμερα όμως πήρα απόφαση ότι δεν είχαν νόημα οι έρευνές μου κι αποφάσισα να μείνω ξύπνιος λίγο πιο αργά, απολαμβάνοντας την νύχτα και τα τραγούδια των ιθαγενών γύρω από την φωτιά αντί να πολεμώ να βγάλω άκρη με τις σημειώσεις και τις μετρήσεις μου.

Καθόμουνα μαζί τους και ήταν όλοι τους φιλικοί. Έπινα από το ποτό τους, ένα αλκοολούχο απόσταγμα από ανάμεικτους καρπούς των τοπικών δέντρων που το λένε στην γλώσσα τους ζβου-α-ν’σά και θυμίζει αμυδρά αψέντι. Ήταν η τρίτη ή τέταρτη κούπα που έπινα και ζεστάθηκα. Άνοιξα λίγο τα κουμπιά του πουκαμίσου μου και ο Ον-μαγιέ πρόσεξε το σταυρό που έχω κρεμασμένο στο λαιμό μου. Με ρώτησε ποιος είναι αυτός και του είπα ο Θεός μας. Του μίλησα λίγο για την ζωή του Ιησού και την κληρονομιά που άφησε, όσο πιο απλά μπορούσα, ειδικά για κάποιον σαν εμένα που εμπνέεται από το έργο του Δαρβίνου. Δεν μπήκα σε λεπτομέρειες για την προσωπική μου στάση απέναντι στον Θεό, δεν εξήγησα ότι ο σταυρός είναι το τελευταίο δώρο που μου άφησε η μητέρα μου πριν αναπαυτεί και άρα για μένα έχει ελάχιστα θρησκευτική σημασία. Και όταν τελείωσα τον ρώτησα για τον δικό τους θεό.

Ο Βαλχου’ά-λουχ, ο Θεός της Λίμνης, μου είπε. Άγριος και φονικός, αρπάζει ζωές και ρίχνει στο πένθος οικογένειες. Η αλήθεια είναι ότι η λίμνη έχει ρεύματα και παγίδες και σίγουρα ένας λαός ψαράδων έχει θρηνήσει πολλούς δικούς του εδώ. Μετά με ρώτησε για τις θυσίες στον Ιησού και του είπα ότι δεν κάνουμε. Αυτό του έκανε μεγάλη εντύπωση, γιατί ο Βαλχου’ά-λουχ απαιτούσε και μάλιστα συχνές. Και είχαν μεγάλο πρόβλημα τον τελευταίο καιρό γιατί δεν βρίσκουν ψάρια να θυσιάσουν.

– Μα η λίμνη είναι γεμάτη, του απάντησα.
– Με μονόφθαλμα. Δεν μπορούμε να τα θυσιάσουμε αυτά στον Βαλχου’ά-λουχ – θα θυμώσει ακόμα περισσότερο.
– Πώς;
– Μόνο ολόκληρα, υγιή ψάρια δέχεται ο Βαλχου’ά-λουχ για τον εξευμενισμό του θυμού του.

Και μου εξήγησε πώς από τα αρχαία χρόνια, από τότε που θυμούνται οι γέροι του χωριού τους παλιούς γέρους του χωριού, και σύμφωνα και με τις αφηγήσεις, το ίδιο έκαναν και οι παππούδες των παππούδων τους και οι δικοί τους παππούδες και όσο πίσω υπήρχαν άνθρωποι δίπλα σε αυτή την ξεχασμένη λίμνη, να προσπαθούν να θρέψουν τις οικογένειές τους με τους κυπρίνους της. Κάθε φορά που ένας ψαράς έπιανε ένα ψάρι σε οτιδήποτε ελαττωματικό, αν του έλειπε ένα μάτι, αν του έλειπε ένα πτερύγιο, αν υπήρχε πιθανότητα να φανεί ακάθαρτο στον Βαλχου’ά-λουχ, το πετούσε πίσω στη λίμνη. Τον άκουγα να μου εξηγεί πόσο σημαντική είναι για τον κατευνασμό του φονικού θεού της λίμνης η καθαρότητα του σφαγίου της θυσίας, πόσο κρίσιμη και πόσο προβληματίζονται οι άνθρωποι της φυλής γιατί με τα χρόνια λιγοστεύουν τα υγιή ψάρια και μένουν τα μονόφθαλμα για θυσίες. Κι όλη αυτή την ώρα που τον άκουγα, σκεφτόμουνα με τρόμο ότι η απάντηση βρισκόταν μπροστά μου, με ξεφτίλιζε, μου έβγαζε αναιδώς την γλώσσα, έπαιρνε την επιστημονική μου προσέγγιση και την έκανε κουρέλι.

Το «πρόβλημα» των μονόφθαλμων κυπρίνων δεν ήταν πρόβλημα ούτε πανίδας ούτε χλωρίδας. Ήταν θρησκευτικό πρόβλημα ή μάλλον ήταν η εφαρμογή της φυσικής επιλογής βιασμένης από την ανθρώπινη κοινωνική δομή. Έχασα μήνες από την ζωή μου εδώ, έχασα χρόνια προετοιμάζοντας αυτή την αποστολή, σπατάλησα χρήματα και σκέψη, κουράγια και μεθοδικότητα, υλικά και υπομονή ενώ η απάντηση καθόταν αμέριμνη και τραγουδούσε κάθε βράδυ δίπλα στη φωτιά. Οι ψαράδες που αναζητούσαν θυσία για τον φονικό Βαλχου’ά-λουχ εφαρμόσαν το νόμο της φυσικής επιλογής, δίνοντας ένα μεγάλο πλεονέκτημα στα μονόφθαλμα ψάρια στον αγώνα για επιβίωση. Ο άνθρωπος δεν είναι έξω από την ερώτηση, είναι τμήμα αυτής. Κι εγώ ήδη έχω σπαταλήσει πολύ σημαντικό μέρος της ζωής μου γράφοντας αναφορές για θέματα που έτσι κι αλλιώς από την αρχή δεν είχα καταλάβει καθόλου: αν είσαι κι εσύ στην εικόνα, είναι αδύνατο να βγεις και να την δεις ολόκληρη.

Και εδώ κανονικά θα έπρεπε να συνοψίσω τα συμπεράσματα της αναφοράς, αλλά πολύ από το ποτό του Ον-μαγιέ και της παρέας του κυλάει στο αίμα μου για να μπορώ να πω οτιδήποτε παραπάνω γύρω από μονόφθαλμους κυπρίνους, επιστημονικές βεβαιότητες, νόμους θεών και συνήθειες ανθρώπων.

13 Σχόλια

  1. Πόσα σημαντικά πράγματα είπες χωρίς βαθυστοχαστες αναλύσεις αλλά με μια μικρή ιστορία.
    Τα σέβη μου … και πάλι!

  2. Πολύ εντυπωσιακή η ιστορια! Ποσες χιλιαδες αραγε χρονια να ηταν έτσι;

  3. chapeau bas, babakis!
    εξαιρετικό!

  4. πράγματι! πολύ όμορφο!

  5. Πάρα πολύ καλόό! 😀

  6. Δεν είμαι σίγουρος, πως φωτίστηκαν τα πλάνα της ιστορίας σας στα μάτια μου, μα το βέβαιο είναι, πως μου άρεσε, σαν εικόνες και σαν ιστορία, με επάρκεια στην γλαφυρότητα που μας χαρίσατε.

    Καλό σας απόγευμα, Μπαμπάκη…

  7. Respect απλά, μπαμπάκη!

  8. «Και αν δεν μιλάω για σένα, που πηγαίνεις το παιδί σου στο ίδιο σχολείο με το δικό μου, που πέρυσι φορούσες πάντα μπερέδες που κάλυπταν όλο το κεφάλι …»

    Για να μάθω να μην έρχομαι συχνά τώρα κόλλησα εκεί και δε μπορώ να σχολιάσω το παρόν πόστ…

    Να’σαι πάντα καλά…

  9. Το αστείο είναι ότι αυτό έχει συμβεί στην πραγματικότητα στην Ιαπωνία,πάλι με ψαράδες,οι οποίοι πετούσαν πίσω στη θάλασσα τα καβούρια,των οποίων η ράχη θύμιζε πρόσωπο σαμουράι.Αποτέλεσμα:υπάρχει τώρα πια είδος που λέγεται «καβούρι σαμουράι» και του οποίου η ράχη είναι σαν να την έχει σκαλίσει ανθρώπινο χέρι!

  10. @Φίλος:
    Καλησπέρα φίλε μου, πολλές ευχαριστλίες για τα καλά σου λόγια.

    @cynical:
    «Ποσες χιλιαδες αραγε χρονια να ηταν έτσι;»
    Καλή απορία! 🙂

    @Кроткая:
    Ευχαριστώ – αν και ξέρεις, τα γαλλικά σου έπρεπε να ψάχνω μεταφραστήρι στο ιντερνέτι για να τα διαβάσω. (ντροπή μου, συμφωνώ…)

    @Βαγγέλακας:
    Πότε θα κάτσουμε παρέα να γκρινιάξουμε για τα βίντεο-κλαμπ ξανά; Μου έλειψε! 🙂

    @Ρενάτα:
    Ευχαριστώωωωωω!!!!

  11. @MASTERPCM:
    Καλό απόγευμα κι από μένα, έστω και με κάποια καθυστέρηση.

    @gremiii:
    Thank you απλά, gremiii. 🙂

    @patsiouri:
    Αχ, τι να κάνω κορίτσι μου. Να είμαστε όλοι καλά, αυτό και τίποτα άλλο.

    @Σελιτσανος:
    Έλα ρε συ! Δεν το είχα ακούσει αυτό – με προλάβανε οι άτιμοι οι Γιαπωνέζοι.
    Κι άλλα πάντως έχει κάνει ο άνθρωπος – π.χ., οι ποικιλίες σιτηρών που διατηρούν το σπόρο πάνω στο στάχυ (οπότε είναι πιο εύκολες στο μάζεμα) έχουν επικρατήσει λόγω της προτίμησης του ανθρώπου.
    Έτσι κι αλλιώς πάντως σαν αφορμή την έβαλα την ιστορία, παρά σαν επίκεντρο του ποστ.
    ΥΓ: Έχεις μήπως καμιά παραπομπή ή κάτι τέτοιο για τα καβούρια; Θα είχε μεγάλο ενδιαφέρον.

  12. Να μερικές από τον Γκούγκλη (περιέχουν και τον αντίλογο) :

    http://cis.poly.edu/~mleung/CS4744/f03/ch06/SamuraiCrabs.htm

    http://en.wikipedia.org/wiki/Heikegani

    http://amos.indiana.edu/library/scripts/samurai.html

  13. @Σελιτσάνος:
    Πολύ εντυπωσιακό. Ειλικρινά πάντως δεν το είχα διαβάσει – με άλλα λόγια, δεν μου ήρθε από εκεί η ιδέα για το (χμ) διήγημα. Πάντως, τα 900 χρόνια φαίνονται μάλλον λίγα για να δώσουν εξελικτικό πλεονέκτημα και η σύνβδεση με μια περίπου μυθική μάχη μιας ξεκάθαρη μυθικής εποχής της Νίππον δεν προδιαθέτει για επιστημονική ακεραιότητα. Από την άλλη, δεν είμαι σε καμία περίπτωση ειδικός…
    Πολύ ενδιαφέρον πάντως. Ευχαριστώ για τα λινκς.

Αφήστε απάντηση στον/στην Σελιτσανος Ακύρωση απάντησης